νότος

νότος
ο
1. ένα από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, αλλ. μεσημβρία, νοτιά, με σύμβολο το Ν.
2. νότιος άνεμος, η όστρια, η νοτιά: Άνεμε βοριά και νότε, μη μου κουρταλείς την πόρτα (παροιμ.).
3. ως κύρ. όν., Νότος προσωποποίηση του νότιου ανέμου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Νότος — south wind masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότος — south wind masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος της Ηώς και του Αστραίου και η προσωποποίηση του νότιου ανέμου, που είναι θερμός και γεμάτος υγρασία. Σε αντίθεση με τους αδελφούς του Βορέα και Ζέφυρο, δεν αναφέρεται σε κανέναν μύθο της εποχής. II Παράλιος… …   Dictionary of Greek

  • Νότε — Νότος south wind masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότε — νότος south wind masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νότοι — Νότος south wind masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότοι — νότος south wind masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νότοιο — Νότος south wind masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νότοιο — νότος south wind masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νότοις — Νότος south wind masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”